Ανακοίνωση της Ι. Συνόδου για την συνάντηση του Αρχιεπισκόπου με τον Πρωθυπουργό
(7/11/2018).
(7/11/2018).
Μετά
τη χθεσινή συνάντηση του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης
Ελλάδος κ. Ιερωνύμου και του Πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα και το εκδοθέν
Ανακοινωθέν, η Ιερά Σύνοδος ανακοινώνει τα εξής:
1) Κατά τη συνάντηση δεν επιδιώχθηκε ούτε υπεγράφη κάποια συμφωνία, αλλά εκφράζεται η αμοιβαία «πρόθεση προκειμένου Εκκλησία και Πολιτεία να καταλήξουν σε μία ιστορική συμφωνία που θα πάρει μορφή νομοθετικής ρύθμισης».
2) Περί του θέματος αυτού και των σχετικών προτάσεων, ως αρμόδιο Σώμα, πρόκειται να συγκληθεί η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, προκειμένου να λάβει τις τελικές αποφάσεις.
3) Σε κάθε περίπτωση, σκοπός της τελικής συμφωνίας είναι το κοινό όφελος του Λαού και της Εκκλησίας, με βασική προϋπόθεση την προστασία και πλήρη διασφάλιση των δικαιωμάτων των κληρικών μας.
4) Εκφράζουμε την ικανοποίησή μας που πλέον ομολογείται από τον Έλληνα Πρωθυπουργό ότι:
(α) «αναγνωρίζεται η προσφορά και ο ιστορικός ρόλος της Εκκλησίας στη γέννηση και διαμόρφωση της ταυτότητας του Ελληνικού Κράτους και του Λαού»,
(β) «στόχος είναι να ενισχυθεί η αυτονομία της Ελλαδικής Εκκλησίας έναντι του Ελληνικού Κράτους»,
(γ) «αναγνωρίζεται ότι το Ελληνικό Δημόσιο ανέλαβε την μισθοδοσία του Κλήρου, ως αντάλλαγμα για την εκκλησιαστική περιουσία που απέκτησε»,
(δ) «η αποκαθήλωση των ιστορικών συμβόλων, του Σταυρού από την Ελληνική σημαία και από τα εθνικά μας σύμβολα αποτελούν αστεία κωμικοτραγικά πράγματα» και
(ε) «η ύπαρξη της πίστης στην Ελλάδα είναι ένα fact (γεγονός) που δεν μπορεί να παραγραφεί».
5) Με την ευκαιρία αυτή, περιμένουμε από όλον τον πολιτικό κόσμο να συμβάλει καλοπροαίρετα στην προσπάθεια αμοιβαίας κατανόησης και σεβασμού στην παράδοσή μας, ώστε όλοι ενωμένοι να εργαστούμε για το καλό του ελληνικού Λαού.
6) Εκφράζουμε την ελπίδα ότι αυτό το πνεύμα θα επικρατήσει και κατά την επικείμενη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος.
Εκ της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου
1) Κατά τη συνάντηση δεν επιδιώχθηκε ούτε υπεγράφη κάποια συμφωνία, αλλά εκφράζεται η αμοιβαία «πρόθεση προκειμένου Εκκλησία και Πολιτεία να καταλήξουν σε μία ιστορική συμφωνία που θα πάρει μορφή νομοθετικής ρύθμισης».
2) Περί του θέματος αυτού και των σχετικών προτάσεων, ως αρμόδιο Σώμα, πρόκειται να συγκληθεί η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, προκειμένου να λάβει τις τελικές αποφάσεις.
3) Σε κάθε περίπτωση, σκοπός της τελικής συμφωνίας είναι το κοινό όφελος του Λαού και της Εκκλησίας, με βασική προϋπόθεση την προστασία και πλήρη διασφάλιση των δικαιωμάτων των κληρικών μας.
4) Εκφράζουμε την ικανοποίησή μας που πλέον ομολογείται από τον Έλληνα Πρωθυπουργό ότι:
(α) «αναγνωρίζεται η προσφορά και ο ιστορικός ρόλος της Εκκλησίας στη γέννηση και διαμόρφωση της ταυτότητας του Ελληνικού Κράτους και του Λαού»,
(β) «στόχος είναι να ενισχυθεί η αυτονομία της Ελλαδικής Εκκλησίας έναντι του Ελληνικού Κράτους»,
(γ) «αναγνωρίζεται ότι το Ελληνικό Δημόσιο ανέλαβε την μισθοδοσία του Κλήρου, ως αντάλλαγμα για την εκκλησιαστική περιουσία που απέκτησε»,
(δ) «η αποκαθήλωση των ιστορικών συμβόλων, του Σταυρού από την Ελληνική σημαία και από τα εθνικά μας σύμβολα αποτελούν αστεία κωμικοτραγικά πράγματα» και
(ε) «η ύπαρξη της πίστης στην Ελλάδα είναι ένα fact (γεγονός) που δεν μπορεί να παραγραφεί».
5) Με την ευκαιρία αυτή, περιμένουμε από όλον τον πολιτικό κόσμο να συμβάλει καλοπροαίρετα στην προσπάθεια αμοιβαίας κατανόησης και σεβασμού στην παράδοσή μας, ώστε όλοι ενωμένοι να εργαστούμε για το καλό του ελληνικού Λαού.
6) Εκφράζουμε την ελπίδα ότι αυτό το πνεύμα θα επικρατήσει και κατά την επικείμενη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος.
Εκ της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου