Ακολούθησε
ομιλία του κ. Παναγιώτη
Πικραμένου, με θέμα «Δικαιοσύνη
και οικονομία συγκοινωνούντα δοχεία ή αυθύπαρκτες κοινωνικές
συνιστώσες;»
Ο τ. Πρωθυπουργός, μεταξύ άλλων, τόνισε ότι
το ΣτΕ σε ό,τι αφορά την επίμαχη απόφαση για το πρώτο Μνημόνιο, «δεν παρέλειψε να θέσει
και τα όρια της δράσης του νομοθέτη, τόσο στην παρούσα όσο και σε μελλοντικές
φάσεις της κρίσεως».
Συγκεκριμένα, η απόφαση αυτή, όπως επεσήμανε, αναφέρει ότι «σε περιπτώσεις
παρατεταμένης οικονομικής κρίσης δύναται ο νομοθέτης να θεσπίσει μέτρα
περιστολής δαπανών που συνεπάγονται οικονομική επιβάρυνση μεγάλων κατηγοριών του
πληθυσμού, πλην η δυνατότητα αυτή έχει ως όριο την καθιερωμένη, από το άρθρο 4
παράγραφος 5 του Συντάγματος, αρχή της ισότητας στα δημόσια βάρη, αναλόγως των
δυνάμεων εκάστου, καθώς και την καθιερωμένη στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του
Συντάγματος αρχή του σεβασμού της ανθρώπινης
αξιοπρέπειας».
Στο
σημείο αυτό ο κ. Πικραμένος τόνισε: «Τούτο σημαίνει ότι η
επιβάρυνση αυτή πρέπει να κατανέμεται μεταξύ όλων των κατηγοριών, απασχολουμένων
τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, καθώς και των ασκούντων ελευθέριο
επάγγελμα. Και τούτο διότι, εν όψει και της καθιερωμένης στο άρθρο 25 παράγραφος
4 του Συντάγματος αξιώσεως του κράτους να εκπληρώνουν όλοι οι πολίτες το χρέος
της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης, δεν είναι επιτρεπτό η επιβάρυνση από τα
μέτρα που λαμβάνονται προς αντιμετώπιση της δυσμενούς και παρατεταμένης
οικονομικής συγκυρίας να κατανέμεται πάντοτε σε συγκεκριμένες κατηγορίες
πολιτών, οι οποίοι, κατά κανόνα, είναι συνεπείς προς τις υποχρεώσεις τους, και
να ευνοούνται άλλες κατηγορίες από την ασυνέπεια των οποίων - κυρίως στο πεδίο
της εκπληρώσεως των φορολογικών τους υποχρεώσεων- προκαλείται σε μεγάλο ποσοστό
η δυσμενής αυτή συγκυρία».
Κατόπιν
αυτών, ο κ. Πικραμένος παρατήρησε ότι σε ανάλογες περιπτώσεις «το δικαστήριο ελέγχει
σ' ένα πρώτο επίπεδο τη συμβατότητα μέσων και σκοπών, στη συνέχεια ελέγχει τη
συνταγματικότητα των επίδικων κανόνων χρησιμοποιώντας, μάλιστα, ακόμη ένα
"μηχανισμό διαρθρωτικής σύζευξης", ήτοι την αρχή της αναλογικότητας, περαιτέρω
επισημαίνει το τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό κόστος της φοροδιαφυγής και
τέλος λειτουργεί, κατά την ανάλυση του Habermas (Σ.σ.: Jurgen Habermas, Γερμανός
κοινωνιολόγος), ως ένα μέσο αντιστροφής της πορείας των πραγμάτων με τη θέσπιση
ορίων στην ανεξέλεγκτη δράση της εξουσίας σε βάρος συγκεκριμένων ομάδων του
πληθυσμού, οι οποίες αποτελούν και την πλειοψηφία των κατοίκων αυτής της
χώρας».
Ο
πρώην πρόεδρος του ΣτΕ έκλεισε την ομιλία του απευθυνόμενος, ουσιαστικά, στους
συναδέλφους του λέγοντας: «Ίσως έφτασε η ώρα το
δικαστήριο να κάνει το επόμενο βήμα κατά τον έλεγχο των νέων οριζόντιων μέτρων,
εξαρτώντας τη νομιμότητα αυτών σε σχέση και με την τήρηση των λοιπών υποχρεώσεων
που είχαν προβλεφθεί από τους εφαρμοστικούς των μνημονίων
νόμους».
Την
εκδήλωση έκλεισε ο Σεβ. Μητροπολίτης
Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος, ο οποίος τόνισε ότι λαός «εμπιστεύεται τους
Δικαστές και τους Λειτουργούς της Δικαιοσύνης και στην εποχή της
κρίσεως», ενώ εξέφρασε την επιθυμία πολλών «να ακούσουν τις απόψεις
των ομιλητών για την σχέση του ΣτΕ με την αειφόρο ανάπτυξη και τα αναπτυξιακά
έργα στην Ελλάδα». Παράλληλα, επικρότησε την θέση των ομιλητών περί
της αναθεωρήσεως του Συντάγματος, επισημαίνοντας:
«Εύχομαι
από την καρδιά μου να σας δώσει ο Θεός υγεία να αναλάβετε ευθύνες για μια πραγματική, επιτέλους,
συνταγματική αλλαγή σε αυτόν τον τόπο. Είναι η μόνη ελπίδα αν θέλουμε να έχουμε
μέλλον κρατώντας την ιδιοπροσωπία μας
και τη ζωντανή σχέση με την Ευρώπη για το μέλλον των παιδιών
μας»
Τέλος ο κ.
Ιγνάτιος τόνισε την ανάγκη της ενότητας όλων για την αντιμετώπιση της κρίσης και
επεσήμανε ότι προς τον σκοπό αυτό όλοι οι θεσμικοί παράγοντες της τοπικής
κοινωνίας έχουν ενώσει τις δυνάμεις του, υπό την σκέπη της Τοπικής Εκκλησίας.
Εκ
του Γραφείου Τύπου