Διεθνής – Διαχριστιανική Συνάντηση για την
οικογένεια στην Ευρώπη πραγματοποιήθηκε σήμερα από την Ιερά Μητρόπολη
Δημητριάδος, στο Συνεδριακό Κέντρο Θεσσαλίας, με φορέα υλοποίησης το Ίδρυμα
«Λειτουργοί Υγείας της Αγάπης». Κεντρικό θέμα της Συνάντησης ήταν
«Χριστιανοί της Ευρώπης και σύγχρονα ηθικά διλήμματα»
και σ’ αυτή συμμετείχαν ο Σεβ. Μητροπολίτης Ιλίου, Αχαρνών & Πετρουπόλεως κ.
Αθηναγόρας, ο Σεβ. Καθολικός Αρχιεπίσκοπος Κερκύρας, Ζακύνθου & Κεφαλληνίας
κ. Ιωάννης, ο Ποιμένας της Ελληνικής Ευαγγελικής Κοινότητας Βόλου Αιδέσιμος
Μελέτιος Μελετιάδης, ειδικοί επιστήμονες και εκπρόσωποι των Ρ/κών και
Ευαγγελικών κοινοτήτων από διάφορα μέρη της Ελλάδας.
Την Συνάντηση
χαιρέτισε ο Σεβ. Καθολικός Αρχιεπίσκοπος Κερκύρας κ. Ιωάννης, ο
οποίος τόνισε ότι τέτοιου είδους συναντήσεις «μπορούν να γίνουν υπόδειγμα
για την πορεία του διαλόγου μεταξύ των Εκκλησιών μας… που σήμερα βρίσκεται σε
μια φάση κόπωσης και μερικές φορές μοιάζει να οδηγείται σε τέλμα…». Στη
συνέχεια αναφέρθηκε στα «κοινά προβλήματα των οικογενειών μας: διαλυμένα
ζευγάρια, διαζύγια express, υποκειμενικούς τρόπους με τους
οποίους αυτοπροσδιορίζονται σεξουαλικά και ανθρωπολογικά τα άτομα, παντελής
έλλειψη στήριξης της οικογένειας από τα όργανα της Πολιτείας, εσφαλμένη και
σκανδαλώδης αντιμετώπιση του οικογενειακού θεσμού από τα Μ.Μ.Ε., σεξουαλική
εκμετάλλευση του γυναικείου σώματος κ.άλ… σήμερα οφείλουμε να δώσουμε κοινή και
προφητική μαρτυρία για την κατ’ Οίκον Εκκλησία, που είναι η ίδια η
οικογένεια…».
Ακολούθησε ο Χαιρετισμός του Ποιμένος της Ελληνικής
Ευαγγελικής Κοινότητας Βόλου Αιδεσίμου Μελετίου Μελετιάδη, ο
οποίος, μεταξύ άλλων, σημείωσε ότι «ο επαναπροσδιορισμός του γάμου
ακολουθείται και με την διά νόμου επιβολή των διαφόρων νέων γαμήλιων
προσδιορισμών, απέναντι των οποίων η Εκκλησία δεν μπορεί να μείνει απαθής. Μέσα
στο πλαίσιο της ποιμαντορικής και ιεραποστολικής της ευθύνης καλείται να
διακονήσει το ποίμνιό Της, αλλά και να κηρύξει την αλήθεια μέσα σε ένα αυξητικώς
εχθρικό γι’ Αυτήν περιβάλλον. Μια αλήθεια που, ενδεχομένως, την φέρει σε ρήξη με
τον Καίσαρα…». Αναφερόμενος στην Συνάντηση τόνισε ότι «η συνοδοιπορία
αυτή, πρωτόγνωρη για τα δικά μας δεδομένα, εύχομαι να αποτελέσει μία νέα
ιστορική αφήγηση της σχέσης μας, ώστε όντως να συναντηθούμε σε τόσα πολλά κοινά
θέματα, ακόμη και γιατί όχι και εθνικά».
Την έναρξη της Συνάντησης
κήρυξε ο Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος, ο οποίος
επεσήμανε ότι «Η Οικογένεια είναι το πρώτο και μεγάλο θύμα της
κατάστασης πού έχει διαμορφωθεί σήμερα στην Ευρώπη. Έχοντας απολέσει το
Χριστιανικό της υπόβαθρο, πολιορκείται, με απίστευτη δυναμική - στο όνομα,
μάλιστα του σύγχρονου πολιτισμού και της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων!
– από νεοφανείς νοοτροπίες, που τείνουν οντολογικά να την αλλοιώσουν και τελικά,
να την εξαφανίσουν. Η ασυδοσία στις σεξουαλικές σχέσεις, το «δικαίωμα» υιοθεσίας
παιδιών από ομόφυλα ζευγάρια, οι σύγχρονες βιοηθικές προκλήσεις, η εξάπλωση των
συμβιώσεων εκτός γάμου, η συστηματική προβολή από τα Μ.Μ.Ε. προτύπων ξένων προς
το ήθος της Χριστιανικής – Ευρωπαϊκής Οικογένειας, είναι λίγα μόνο από τα νέα
δεδομένα πού δε μπορούν να αφήνουν ασυγκίνητες και άπρακτες τις Χριστιανικές
Ευρωπαϊκές Ομολογίες…».
Πρώτος ομιλητής ήταν Πρωτ. Ιωάννης
Σκιαδαρέσης, Αναπληρωτής Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ.,
που ανέπτυξε το θέμα «Βίβλος και Οικογένεια». Ο π. Ιωάννης αναφέρθηκε
στον μυστηριακό χαρακτήρα της δημιουργίας του ανθρώπου, στην οικογένεια και στην
ζωή της στην Π.Δ., στον Γάμο και στην Οικογένεια στην Κ.Δ., όπου παρατήρησε, εξ
αφορμής της Ευαγγελικής περικοπής του Γάμου στην Κανά, ότι «ο γάμος
τρέφεται, συντηρείται και αυξάνει όχι με την τήρηση τύπων θρησκευτικών, αλλά με
ουσιαστική συμμετοχή στο Σώμα Του Χριστού, διά της Θείας Ευχαριστίας» και
κατέληξε επισημαίνοντας ότι «στο ποιμαντικό μας έργο άμεση προτεραιότητα
έχει η διαφύλαξη της ακεραιότητας του Γάμου και η αναθέρμανση του οικογενειακού
χαρακτήρα της κοινωνίας μας».
Ακολούθησε η εισήγηση του κ.
FrancescoBelleti, Δ/ντή του
CISF, (Διεθνούς Κέντρου για Οικογενειακές Σπουδές) και Προέδρου του Ιταλικού
Φόρουμ των Οικογενειακών Ενώσεων, με θέμα: «Οικογενειακές πολιτικές σε
Ευρωπαϊκό επίπεδο: μια πρόκληση για την οικογενειακή ανάπτυξη». Ο ομιλητής,
δίδοντας έναν ορισμό της Οικογένειας, αναφέρθηκε στα λόγια του Λέβι Στράους, ότι
οικογένεια είναι «μία ομάδα που βρίσκει τις δικές της ρίζες της στο γάμο∙
αποτελείται από τον άνδρα σύζυγο, γυναίκα σύζυγο και τέκνα γεννηθέντα εντός
γάμου∙ αυτή η κοινωνική ομάδα ενώνεται με ηθικά, νομικά, οικονομικά, θρησκευτικά
και κοινωνικά δικαιώματα και υποχρεώσεις». Ακολούθως, μίλησε για την διαρκή
αλλαγή των νομοθεσιών για την Οικογένεια στα Ευρωπαϊκά κράτη, «που ευθέως
προκαλούν την ίδια τη μονιμότητα της φυσικής (ή παραδοσιακής) οικογενείας».
Ακολούθησε αναφορά του στην μετάλλαξη της μορφής της οικογένειας στο άμεσο
μέλλον και επεσήμανε δύο όρους: α) «Οικογενειακή
Ενδυνάμωση: είναι ένας τρόπος εργασίας με οικογένειες, ενεργοποιώντας
τα μεμονωμένα άτομα, αναπτύσσοντας τη συνείδησή τους για τις ικανότητές τους και
διατηρώντας την δυνατότητά τους να αποκτήσουν έλεγχο επί των επιλογών τους. Η
οικογενειακή ενδυνάμωση στοχεύει στο να ενισχύσει την οικογενειακή ευθύνη ως ένα
ενεργό υποκείμενο στην οικοδομή της κοινότητος. Έχει, ως εκ τούτου, συνέπειες
όχι μόνο στις οικογένειες, αλλά στην κοινωνία ως σύνολο. β)
«Οικογενειακή Ενσωμάτωση, που
σημαίνει, στη διεθνή προσέγγιση, ότι η οικογένεια γίνεται ακόμη πιο
κεντρική ως κριτήριο καλής εργασίας στη πολιτική και διοίκηση, μέσω του
προσδιορισμού των επιπτώσεων για τις οικογένειες κάθε σχεδιαζόμενης δράσεως,
κάνοντας τις οικογενειακές ανησυχίες μία αναπόσπαστη διάσταση του σχεδιασμού,
υλοποίησης, παρακολούθησης και αξιολόγησης των πολιτικών δράσεων». Τέλος,
αναφέρθηκε στην πρόσφατη Σύνοδο των Ρ/κών Επισκόπων στη Ρώμη (5-19/10/2014),
όπου εντοπίστηκε σαφώς ο κοινωνικός ρόλος της οικογένειας: «Η οικογένεια
είναι ο προνομιακός χώρος για να υπάρξουν και να προωθηθούν η αξιοπρέπεια και τα
δικαιώματα ανδρός και γυναικός. Η οικογένεια, θεμελιωμένη στο γάμο, είναι ο
χώρος για την ολοκληρωμένη διαμόρφωση των μελλοντικών πολιτών μίας
χώρας».
Τρίτος ομιλητής ήταν ο κ. Εμμανουήλ
Τουφεξής, Θεολόγος, Δ/ντής Οργανισμού «Αγάπη», μέλος του Ευρωπαϊκού
Συμβουλίου του Οργανισμού «Οικογενειακή ζωή», ο οποίος μίλησε με θέμα:
«Η Χριστιανική Προσέγγιση στη Συμβουλευτική Γάμου». Ο κ. Τουφεξής
παρατήρησε ότι «Εν μέσω όλων των πληγμάτων που δέχεται σήμερα ο
θεσμός του γάμου, η Εκκλησία καλείται να διατηρήσει και να αναπτύξει ακόμη
περισσότερο την ποιμαντική συμβολή της στην συμβουλευτική γάμου, εστιάζοντας
περισσότερο στα χριστιανικά στοιχεία που ο κόσμος μας έχει τόσο ανάγκη, ώστε να
καταφέρει να αποκαταστήσει το γάμο όσο το δυνατό κοντύτερα σε αυτό που ο Θεός
τον προόρισε». Μιλώντας πιο ειδικά για το ζήτημα της Χριστιανικής
Συμβουλευτικής του Γάμου, επεσήμανε ότι «θα πρέπει να γίνεται από
έναν Χριστιανό πνευματικό λειτουργό, να είναι σύμφωνη με τα βασικά χριστιανικά
πιστεύω της Εκκλησίας, να έχει τον Σωτήρα Ιησού Χριστό στο κέντρο της, δηλ. να
βασίζεται στην προσευχή και στην αποδοχή του Ιησού Χριστού ως ιατρού του ατόμου
και αποκαταστάτη των σχέσεων».
Ακολούθησε η εισήγηση του Πρωτ.
Βασιλείου Καλλιακμάνη, Καθηγητού της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., με
θέμα: «Σύγχρονα βιοηθικά προβλήματα στο Γάμο». Ο π. Βασίλειος, μεταξύ
άλλων, επεσήμανε ότι «ο θεσμός του γάμου, με τις νέες αντιλήψεις
της νεωτερικότητας, απογυμνώθηκε από το μυστηριακό και κοινωνικό του χαρακτήρα
και έγινε ιδιωτική υπόθεση». Αναφέρθηκε σε κορυφαία ηθικά διλήμματα που
αφορούν στον Γάμο και στην Οικογένεια, όπως η ετερόλογη εξωσωματική
γονιμοποίηση, η διεκδίκηση υιοθεσίας τέκνων από ομόφυλα ζευγάρια, οι
μονογονεϊκές οικογένειες, η γονιμοποίηση από το σπέρμα νεκρού δότη, η φέρουσα
μητρότητα κ.άλ. Μιλώντας για την ποιμαντική αντιμετώπιση των φαινομένων αυτών,
τόνισε ότι «Η Εκκλησία, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να αγκαλιάζει στο σύνολό
της τη ζωή των παιδιών της. Να φροντίζει ακόμη και για τις αστοχίες και τα λάθη
τους και να τα μεταμορφώνει σε ευκαιρίες μετάνοιας, πνευματικής προκοπής και
επίγνωσης του θελήματος του Θεού. Γι’ αυτό και η ποιμαντική της δεν μπορεί να
είναι μονοδιάστατη. Είναι, καταρχήν,
προληπτική και στη συνέχεια, εάν χρειασθεί, γίνεται
θεραπευτική, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Τέλος, η ποιμαντική
προσλαμβάνει προσωποκεντρικό χαρακτήρα. Εξάλλου, στην παράδοση
της Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν ευνοήθηκε τόσο η περιπτωσιολογία και το αυστηρό
νομικό πνεύμα. Δόθηκε προτεραιότητα στο ανθρώπινο πρόσωπο που υπερέχει των
απρόσωπων κανονικών διατάξεων». Ο π. Βασίλειος κατέληξε με την επισήμανση
ότι «Η Εκκλησία δεν εμποδίζει την επιστήμη στο έργο της, αλλά επισημαίνει
την ενδεχόμενη αλαζονεία της και την ανθρωποκεντρική της αυτάρκεια. Παράλληλα,
έχει χρέος να υπενθυμίζει τούς κινδύνους πού συνεπάγεται η ασύνετη εφαρμογή των
νέων επιστημονικών δεδομένων για τον άνθρωπο. Μπορεί να εφαρμόζει διακριτικά το
«κατ’ οικονομίαν», αλλά ταυτόχρονα, υπενθυμίζει πάντοτε την ακρίβεια και την
αναφορά στο κατ’ ευδοκίαν θέλημα του Θεού. Τέλος, στις περιπτώσεις παράβασης του
Θείου θελήματος, υπέρβασης των ορίων της φύσεως και καταστρατήγησης της
επιστημονικής δεοντολογίας, η ενδεικνυόμενη οδός είναι η ειλικρινής μετάνοια,
τόσο σε προσωπικό όσο και σε συλλογικό – κοινωνικό
επίπεδο».
Ακολούθησε μακρά και διεξοδική συζήτηση πάνω στην
αντιμετώπιση συγκεκριμένων βιοηθικών διλημμάτων και προβληματισμών, ενώ
καταγράφηκε η σημασία της καταγραφής και δυναμικής παρουσίασης των Χριστιανικών
θέσεων, που εκφράζουν, ούτως ή άλλως, τις Χριστιανικές Ομολογίες της Ευρώπης
πάνω σε ζητήματα Γάμου και Οικογένειας. Από όλους δε εκφράστηκε η επιθυμία να
επαναληφθεί στο άμεσο μέλλον η Συνάντηση, με πιο εξειδικευμένη, πλέον,
θεματολογία.