2/1/13

«Ο χρόνος πέφτει χύμα, εμείς του δίνουμε το σχήμα» Του Σεβ. Μητροπολίτη Δημητριάδος κ.Ιγνατίου Εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ 29/12/2012


Δεν υπάρχει άλλη μέρα του χρόνου, σαν την Πρωτοχρονιά, που η ματιά μας να στρέφεται περισσότερο με προσμονή και ελπίδα προς το μέλλον. Δεν υπάρχει άλλη μέρα του χρόνου, που η ψυχή μας να ζητά με περισσότερη δίψα, μια άφεση και μια διαγράφη όλων των λαθών μας, φανερών και αφανέρωτων, που κατέγραψε το παρελθόν.   
    Κάθε Πρωτοχρονιά, όπως κι αυτή που πλησιάζει, είναι μια μέρα λεπτών ισορροπιών, που απαιτεί ανάλογους χειρισμούς. Η μελαγχολία του χρόνου που περνάει, πρέπει να ισορροπήσει με την ευγνωμοσύνη για το δώρο του χρόνου που μας δόθηκε. Και η ανάγκη για μια εσωτερική κάθαρση από μικρές και μεγάλες πτώσεις, προσωπικές και συλλογικές, πρέπει να συνυπάρξει με τη μνήμη των αιτίων, που οδήγησαν σε πίκρες και αδιέξοδα.
    Η επίτευξη αυτών των ισορροπιών δεν είναι, ούτε αυτονόητη, ούτε άκοπη. Απαιτεί, και θάρρος και χρόνο και ενέργεια. Ιδίως μάλιστα σε εποχές, σαν τη δική μας, όπου τα προβλήματα έχουν δαπανήσει μεγάλο μέρος των δυνάμεών μας, σωματικών και ψυχικών, αρκετοί θα καταφύγουν στην εύκολη λύση ενός ξεφαντώματος, που όμως, χρόνο με το χρόνο, αναζητάει εντονότερα το νόημα και τη ουσία.
    Μοιραία λοιπόν, ο χρόνος δεν είναι για όλους το ίδιο.
    Το τι σημαίνει για τον καθένα από μας, το καθορίζει το νόημα και οι απαντήσεις, που έχουμε δώσει στα μεγάλα ερωτήματα της ζωής μας.
Ο Διονύσης Σαββόπουλος, σε ένα από τα ωραιότερα τραγούδια του, λέει:
«Ο χρόνος πέφτει χύμα, εμείς του δίνουμε το σχήμα»
Σε δυο μέρες λοιπόν, υποδεχόμαστε ακόμη ένα κομμάτι του χύμα χρόνου.
    Το σχήμα του, σήμερα, στις αρχές του  21ου αιώνα, μοιάζει να είναι το σχήμα ενός τεράστιου αρπακτικού, που ούτε σέβεται, ούτε συμπονά, κυρίως όμως δεν χορταίνει. Όλοι μας έχουμε μερίδα ευθύνης σ΄αυτό. Κι αν η κάθε πρωτοχρονιά αποτελεί ευκαιρία ανασκόπησης και αυτοκριτικής, ας βρούμε το θάρρος να το ομολογήσουμε:
    Οι επιλογές μας δεν «βγήκανε». Στην αξιολογική μας κλίμακα μπήκε πρώτο το ατομικό συμφέρον. Οι καταθέσεις και οι μηχανές, μάς γέμισαν με την ψευδαίσθηση, πως μπορούμε να ζήσουμε αποκομμένοι από τη μοίρα των υπολοίπων. Γίναμε μικρά, μοναχικά γρανάζια μιας τεράστιας μηχανής, που ξέρει μόνο να γεννά αδικία. Χάσαμε τον διπλανό μας και νιώσαμε πως δικαιούμαστε τα πάντα. Ο καθένας από μας θέλει ένα σύμπαν για να χορτάσει. Όλα, δείκτες οικονομικοί και κοινωνικοί, περιβάλλον, πόλεις αβίωτες, βοούν:
    Η Γη δεν αντέχει τόσο εγωισμό, δεν αντέχει τόση αδιαφορία, δεν αντέχει τόσες μοναχικές πορείες.
    Υπάρχει όμως και μια άλλη πορεία. Μια πορεία, που οδήγησε πριν πέντε μέρες μάγους και ποιμένες στο σπήλαιο της Βηθλεέμ. Εκείνη η βραδιά, ο χρόνος πήρε το σχήμα μιας ανοιχτής αγκαλιάς, που ένωσε ξανά ουρανό και γη.  Όσοι από μας αποφασίσουμε να βαδίσουμε αυτόν τον δρόμο, γινόμαστε κομμάτι αυτής της αγκαλιάς, αναζητάμε ξανά τον διπλανό μας, που τον βγάλαμε απ΄ τη ζωή μας και δίνουμε την ευκαιρία στον καινούργιο χρόνο ν΄ αλλάξει σχήμα. Όχι, πως ξαφνικά, δυσκολίες και πόνος θα εξαφανιστούν απ΄ τη ζωή μας.  Αντίθετα, αυτή η ζωντανή αγκαλιά, όσο μεγαλώνει, θα γίνεται -και θα πρέπει να γίνεται- αιτία, αλλά και όπλο οξύτερης και πιο συνειδητής σύγκρουσης με το άλλο, το παλιό σχήμα, το σχήμα του αρπακτικού, που έχει βρει καταφύγιο, και μέσα και γύρω μας.
    Ας μη γελιόμαστε λοιπόν: Και τον καινούργιο χρόνο, η ανθρώπινη ιστορία θα συνεχίσει να πορεύεται, μέσα από τη σύγκρουση της αδικίας με τη δικαιοσύνη, της κτηνωδίας με την καλοσύνη, της πλεονεξίας με την προσφορά. Όσο η αδιαφορία και η απομόνωση στον μικρόκοσμό μας, κρατάνε την καρδιά μας παγωμένη, η σύγκρουση αυτή μοιάζει να είναι άνιση και καθόλου ελπιδοφόρα. Άλλωστε δεν είναι λίγοι οι συνάνθρωποί μας, που από καιρό έχουν βυθιστεί στην απόλυτη απάθεια, μη βλέποντας καμιά προοπτική αλλαγής. Κι όμως, στην καινούργια χρονιά, πρέπει να ξαναζωντανέψουμε αυτό το μισοσβησμένο όραμα, το όραμα ενός καλύτερου, δικαιότερου και πιο γαληνεμένου κόσμου.
    Κυρίως όμως, αυτό που πρέπει να ξαναζωντανέψουμε για να γραφτεί με κεφαλαία γράμματα στην καινούργια ολόλευκη σελίδα της και να αποτελέσει την απαραίτητη προϋπόθεση κάθε αλλαγής, είναι η απόφαση να αισθανθούμε βαθειά, πως είμαστε μέλη του ίδιου σώματος και πως, δυστυχία και ευτυχία, υπάρχουν μόνον ως πανανθρώπινες καταστάσεις.
    «Εμείς οι πολλοί» κηρύττει ο Απόστολος των Εθνών,  «συναποτελούμε το σώμα του Χριστού και ο καθένας είναι μέλος του άλλου» (Ρωμ. 12,5). Ιδού λοιπόν ενώπιον μας, νέος χρόνος, χρόνος επανόρθωσης και μετανοίας. Όσο προσεγγίζουμε τον αδελφό μας, τόσο μεταβαλλόμαστε σε σώμα δικό Του, με κοινή πίστη και κοινή δράση, τοποθετώντας Αυτόν, τον Θεό της αγάπης και της δικαιοσύνης, πρωταγωνιστή στην ανθρώπινη ιστορία.
    Ίσως, περισσότερο από ποτέ, αυτή η ενότητα να αναδεικνύεται ως η πιο αποτελεσματική απάντηση, απέναντι σε ένα σύστημα οικονομικών μεγεθών και αξιών, που φαντάζει παντοδύναμο και αδηφάγο.